27.3.2021 Δελτίο Τύπου αναφορικά με την ενταξη του τμήματος αρχαιοτήτων στο υφυπουργίο πολιτισμού

Ο Σύνδεσμος Κυπρίων Αρχαιολόγων εκφράζει την έντονη ανησυχία του αναφορικά εξελίξεις που αφορούν το Υφυπουργείο Πολιτισμού και το κείμενο που υποβλήθηκε από το Υπουργείο
Παιδείας, Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας στο Υπουργικό Συμβούλιο και εγκρίθηκε από αυτό ως Νομοσχέδιο, με τίτλο «ο Περί της Ίδρυσης Υφυπουργείου Πολιτισμού και περί διορισμού Υφυπουργού πάρα τω Προέδρω και συναφών θεμάτων Νόμος του 2021».

Σημειώνεται ότι το Τμήμα Αρχαιοτήτων, το οποίο θα αποτελέσει ένα από τα βασικά τμήματα που θα στελεχώσουν το εν λόγω Υφυπουργείο, έκανε εξ’ αρχής γνωστή την αντίθεσή του για ένταξη του στο Υφυπουργείο Πολιτισμού. Συγκεκριμένα, το προσωπικό του Τμήματος Αρχαιοτήτων είχε εκδώσει δελτίο τύπου τον Οκτώβριο του 2020, στο οποίο εξηγεί τους νομοθετικούς και συνταγματικούς φραγμούς που δυσχεραίνουν την συγκεκριμένη ένταξη αλλά και τις αρνητικές επιπτώσεις που θα προκύψουν από μια τέτοια ενέργεια τόσο σε σχέση με την προστασία και διαχείριση των αρχαιοτήτων, όσο και στο κυπριακό ζήτημα. Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση «οποιαδήποτε μεταβολή στη διοικητική ευθύνη για τις αρχαιότητες ενόσω το Κυπριακό Πρόβλημα παραμένει άλυτο, καθιστά ορατό τον κίνδυνο να τεθεί το καθεστώς της αρχαιολογικής κληρονομιάς υπό αμφισβήτηση και να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι για διχοτομικές κινήσεις εις βάρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας».

Στο σχετικό Νομοσχέδιο είναι έκδηλη η προχειρότητα με την οποία ετοιμάστηκε το κείμενο αλλά και η λανθασμένη διατύπωση επιστημονικών όρων που αφορούν τις αρχαιότητες και τον αρχαίο πολιτισμό, γεγονός που καταδεικνύει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη οι θέσεις του Τμήματος Αρχαιοτήτων μέσω ενός παραγωγικού διαλόγου, αλλά ούτε έγινε οποιαδήποτε διαβούλευση πριν από την ετοιμασία του. Η διαδικασία αυτή, πέραν του ότι εγκυμονεί κινδύνους, που θα παρατεθούν παρακάτω, βρίσκει κάθετα αντίθετο το Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου Κυπρίων Αρχαιολόγων καθώς είναι καθόλα αντιδεοντολογική και μονομερής.

Το προωθούμενο Νομοσχέδιο φαίνεται να καταρτίσθηκε χωρίς την απαραίτητη αξιολόγηση των θεμάτων που αφορούν τις αρχαιότητες, καθώς παρατηρούνται ασάφειες και ελλείψεις ως προς το χαρακτηρισμό των αρχαιοτήτων που βρίσκονται υπό τη διαφύλαξη και ανάδειξη της κυβέρνησης. Επιγραμματικά αναφέρονται τα καίρια σημεία που χρήζουν προσοχής:

1. Απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στον Περί Αρχαιοτήτων Νόμο και τους σχετικούς Κανονισμούς για συνέχιση εφαρμογής τους με την μετακίνηση του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Οι εν
λόγω παραλείψεις, πέραν των ανησυχιών και των έντονων προβληματισμών που προκαλούν, αναφορικά με τη διαδικασία σύνταξης του προωθούμενου Νομοσχεδίου, αποτελούν στοιχείο
αμφισβήτησης για την επαρκή αξιολόγηση όλων των παραμέτρων που άπτονται της προστασίας της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

2. Εμφανής είναι επίσης η αδυναμία για την επιστημονική σύνταξη του κειμένου που άπτεται αρχαιολογικών θεμάτων, καθώς παρατηρούνται πληθώρα λαθών στην καταγραφή των
χρονολογικών φάσεων της ιστορίας της Κύπρου, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Οι ελλείψεις και οι ανακρίβειες που χαρακτηρίζουν το σχετικό κείμενο μαρτυρούν και πάλι ότι η συνεισφορά του Τμήματος Αρχαιοτήτων κατά την σύνταξή του ήταν παντελώς απούσα.

3. Άγνοια φαίνεται να υπάρχει και όσον αφορά τη δομή του υφιστάμενου Τμήματος Αρχαιοτήτων, καθώς στο Παράρτημα ΙΙΙ, γίνεται αναφορά για διατήρηση των υφιστάμενων δομών
του Τμήματος, που δεν συνάδει καθόλου με τις νέες προτεινόμενες δομές του Νομοσχεδίου. Ο προτεινόμενος διαχωρισμός όχι μόνο δεν λαμβάνει υπόψη τις τρέχουσες εξελίξεις και προκλήσεις που αντιμετωπίζει το Τμήμα Αρχαιοτήτων (λ.χ. συμμετοχή σε Ευρωπαϊκά προγράμματα, Διαχειριστικά Σχέδια Διαχείρισης Αρχαιολογικών χώρων, κ.ά.), αλλά προτείνει αναχρονιστικές δομές με προβληματική ή καθόλου συνοχή.

4. Το Υφυπουργείο Πολιτισμού θα ιδρυθεί χωρίς καμιά αύξηση στις δαπάνες για τον Πολιτισμό, γεγονός που θα είναι επιζήμιο για τις αρχαιότητες, τομέας που χρειάζεται ουσιαστική ενίσχυση. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μνεία στη ΜΗ δημιουργία νέων θέσεων αποτελεί το πλέον κρίσιμο σημείο, καθώς για ακόμη μια φορά δεν γίνεται αντιληπτή από την Κυβέρνηση η ανάγκη στελέχωσης του Τμήματος Αρχαιοτήτων, αλλά και των αναγκών που προκύπτουν καθημερινά λόγω της έντονης οικοδομικής ανάπτυξης, της διενέργειας σωστικών ανασκαφών, του ελέγχου παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων, αλλά και των κενών θέσεων που προκύπτουν από αφυπηρετήσεις προσωπικού. Διερωτόμαστε συνεπώς σε τι αποσκοπεί η μετακίνηση ενός τέτοιου Τμήματος αν δεν πρόκειται να αναβαθμιστεί αλλά και ούτε να υπάρξει οποιαδήποτε ουσιαστική συνεργασία με τα υπόλοιπα Τμήματα/Οργανισμούς που θα τεθούν κάτω από την ομπρέλα του ίδιου Υφυπουργείου. Απορία προκαλεί επίσης το γεγονός ότι δεν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα για πρόσληψη νέων αρχαιολόγων (με μισθολογική κλίμακα Α8) ή πλήρωση των ήδη υφιστάμενων κενών θέσεων εν τη απουσία οικονομικών πόρων, ενώ ταυτόχρονα οι πόροι αυτοί μπορούν να εξασφαλιστούν για την πρόσληψη Υφυπουργού και Γενικού Διευθυντή, με τις ανάλογες κλίμακες που οι θέσεις αυτές προνοούν.

5. Ως Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου Κυπρίων Αρχαιολόγων θεωρούμε εύλογα τα θέματα που εγείρονται αναφορικά με την νομιμότητα της προώθησης του εν λόγω Νομοσχεδίου καθώς και τις ανησυχίες που αφορούν την πολιτική πτυχή του ζητήματος σε περίπτωση ένταξης του Τμήματος Αρχαιοτήτων στο Υφυπουργείο Πολιτισμού. Σύμφωνα με το προτεινόμενο νομοσχέδιο, οι αρχαιότητες που βρίσκονται σε κυπριακά εδάφη υπό τουρκική κατοχή φαίνεται να έχουν υποβαθμιστεί ή παραγκωνιστεί εντελώς, καθώς φράσεις όπως «η καταγραφή και αποδελτίωση της πολιτιστικής κληρονομιάς στις κατεχόμενες περιοχές της Δημοκρατίας» δηλοί ότι αυτές βρίσκονται σε δεύτερη μοίρα λαμβάνοντας ιδιαίτερη μεταχείριση, ή υπονοείται εμμέσως ότι έχουν χαθεί ανεπιστρεπτί και καλά θα ήταν να καταγραφούν ή να αποδελτιωθούν.

Η ένταξη του Τμήματος που διαχειρίζεται τις αρχαιότητες (Τμήμα Αρχαιοτήτων) σε μια δομή που σχετίζεται με τον πολιτισμό (Υφυπουργείο Πολιτισμού), όπως συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, θεωρείται πολύ λογική. Ωστόσο, λόγω της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής του νησιού, κρίνεται σημαντικότερο πριν από τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης εκ μέρους της πολιτείας για το Τμήμα Αρχαιοτήτων να τεθούν επί τάπητος όλες οι δυσλειτουργίες, να κατανοηθούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και να ληφθούν δυναμικά μέτρα για επίλυσή τους. Η φροντίδα και το ενδιαφέρον για την αρχαιολογική κληρονομιά του τόπου μας δεν εξαρτάται τόσο από την μετακίνηση ή όχι του Τμήματος Αρχαιοτήτων σε ένα νέο θεσμό, στο Υφυπουργείο Πολιτισμού, αλλά στις μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται να πραγματοποιηθούν ώστε να μπορεί να λειτουργεί αποτελεσματικά και να αντιμετωπίζει τα διαχρονικά προβλήματα που υπάρχουν καθώς και τις συνεχείς προκλήσεις.

Αξίζει εδώ να αναφερθεί η απουσία αρχαιολόγων από την συμβουλευτική επιτροπή του Υφυπουργού, αφού κανένα εγγεγραμμένο μέλος του Συνδέσμου Κυπρίων Αρχαιολόγων δεν έχει
κληθεί να συμμετάσχει. Σημειώνεται ότι ο Σύνδεσμος δραστηριοποιείται από το 1983 και είναι το μεγαλύτερο και παλαιότερο επιστημονικό σωματείο στον τομέα της αρχαιολογίας στην Κύπρο με 200 περίπου εγγεγραμμένα μέλη. Πιθανότατα η συμπερίληψη αριθμού μελών του Συνδέσμου στην εν λόγω επιτροπή να απέτρεπε την αποσπασματική και προβληματική σύνταξη του προτεινόμενου Νομοσχεδίου και να επεσήμανε ταυτόχρονα τους πολιτικούς κινδύνους που εγκυμονεί η μετακίνηση του Τμήματος Αρχαιοτήτων στο Υφυπουργείο Πολιτισμού.

Ο Σύνδεσμος Κυπρίων Αρχαιολόγων παραμένει ανοικτός για συζήτηση οποιωνδήποτε θεμάτων αφορούν το εν λόγω Νομοσχέδιο και καλεί την κυβέρνηση όπως διαβουλευτεί με το Τμήμα Αρχαιοτήτων και τους πολιτιστικούς φορείς της Κύπρου, μέσω ενός παραγωγικού διαλόγου, με στόχο να επανεξεταστεί η μεταφορά του Τμήματος Αρχαιοτήτων στο Υφυπουργείο Πολιτισμού. Ο Σύνδεσμος έχοντας μελετήσει σοβαρά και εις βάθος όλες τις πτυχές του θέματος, όπως αναφέρονται πιο πάνω, θεωρεί ότι το Τμήμα Αρχαιοτήτων θα πρέπει να παραμένει στο Υπουργείο Συγκοινωνιών, Επικοινωνιών και Έργων.

27 Μαρτίου 2021

-ΤΕΛΟΣ-

Περισσότερα Δελτία Τύπου